Έρχεται κάποια στιγμή που γνωρίζεις κάποιους ανθρώπους με μια ευγένεια και μια ποιότητα βγαλμένη από μια άλλη εποχή. Η Άννα Παντζέλη είναι μια τέτοια θεατρίνα με μια αύρα να την περιβάλλει που σε μαγνητίζει. Με την ερμηνεία της στον Ένοικο, το έργο που έχει γράψει, σκηνοθετεί και συμπρωταγωνιστεί μαζί με την Λίνα Μαρκάκη σε καθηλώνει.
Ένα ψυχογράφημα για την σχέση δύο αδελφών με έντονη συναισθηματική φόρτιση και κάποιες απαραίτητες κωμικές πινελιές. Μέσα σε μια νύχτα με αφορμή τα γενέθλια του ένοικού τους θα έρθουν στην επιφάνεια καταπιεσμένα γεγονότα του παρελθόντος, μύχιες σκέψεις που δεν τολμούσαν να ειπωθούν και προσωπικοί δαίμονες που τις καταδίωκαν για χρόνια. Το ξημέρωμα θα τις βρει τσακισμένες αλλά συμφιλιωμένες και πιο δυνατές για την καινούρια μέρα που ανατέλλει.
Η Άννα Παντζέλη μας μίλησε μεταξύ άλλων για τον ρόλο της, την συγγραφή, το θέατρο και θυμήθηκε στιγμές από το ξεκίνημά της καριέρας της σε μια πολύ γενναιόδωρη συζήτηση που είχαμε μαζί της.
-Υποδύεστε τη Μαρία στην παράσταση Ο ένοικος που έχετε γράψει αλλά και σκηνοθετήσει. Πόσο κοντά είστε στην Μαρία σαν χαρακτήρας;
Είναι κόντρα ρόλος κι αυτό είναι που με γοητεύει στην Μαρία. Παλεύω σαν Άννα να καταλάβω την Μαρία. Την εσωστρέφεια που έχει, το κόλλημα με το παρελθόν, με τον πρώτο της έρωτα, με τα παιδικά της βιώματα αλλά και με την σκληρότητα που δείχνει όταν κάποιος της τα κοροϊδέψει όλα αυτά. Είναι τραγικό πρόσωπο στην ζωή της αδερφής της αλλά και η ίδια βιώνει τον πόνο με μια ειρωνεία που πονάει στο τέλος ακόμα και την ίδια. Έχει μέσα της ένα σαράκι που την τρώει αργά και βασανιστικά
- Ποια είναι τα θετικά στοιχεία του να παίζεις σε μια παράσταση που είναι εξ ολοκλήρου δική σου;
Φαινομενικά όλα είναι θετικά. Επί της ουσίας όμως, είναι όλα εναντίον σου… πρέπει να αμφισβητήσεις ότι και όσα έγραψες, φράση - φράση να την αποδομήσεις και να την χτίσεις αποκλειστικά και μόνο σαν ρόλο, να κόψεις το δέσιμο με τις λέξεις που γέννησε το μυαλό σου σε μια άλλη χρονική στιγμή, τότε που έγραφες μέσα στα μοναχικά σου βράδια και πάλευες με τους ήρωές σου και να τα φανταστείς πια όλα σε σκηνές ατμοσφαιρικές και με τη ματιά του θεατή. Ο θεατής είναι εκείνος που θα μοιραστεί στην παράσταση ότι του δώσει ο ηθοποιός μέσα από το συγκεκριμένο κείμενο. Έπρεπε να απογαλακτιστώ από την συγγραφή και να δω καθαρά και μόνο την Μαρία, αυτός ήταν ο ρόλος μου.
- Είστε πρωταγωνίστρια, σκηνοθέτης και συγγραφέας της παράστασης. Με βάση τις παραπάνω ιδιότητες, ποια ήταν αυτή που σας δυσκόλεψε περισσότερο αλλά και πως ήταν να σκηνοθετείται τον εαυτό σας;
Έχω την ευτυχία να είμαι συμπρωταγωνίστρια με την Λίνα Μαρκάκη, να έχουμε τα μάτια μας η μια πάνω στην άλλη. Είχα εμπιστοσύνη στην Λίνα και στην θεατρική της ματιά και δραματουργικά άκουγε εκείνη εμένα κι εγώ αυτήν. Έτσι σκηνοθετήθηκε η παράσταση. Τώρα σαν γενική καλλιτεχνική ματιά στους συντελεστές και τα επιμέρους μιας σκηνοθεσίας, οκ εγώ ήμουν και είμαι υπεύθυνη για τους υπέροχους συνεργάτες που επέλεξα και με τίμησαν με αυτή τους την συνεργασία. Ήταν και είναι όλοι τους απέναντι στον Ένοικο, σαν να δούλεψαν και να πληρώθηκαν σε θέατρο τουBroadway Τους ευχαριστώ όλους και καθέναν ξεχωριστά. Τον Γιάννη Μυρσιώτη για την σκηνογραφία που αμέσως κατάλαβε όλο το κλίμα και τους χαρακτήρες του έργου που μαζί με τους υπέροχους φωτισμούς του Τάκη Μπαρδάκου, έδωσαν στον Ένοικο ακριβώς την ατμόσφαιρα που είχα φανταστεί, λες και ήταν στο μυαλό μου και στην γραφή μου. Ο Χρίστος Τσαπάρας, ένας νέος και ταλαντούχος συνθέτης που έγραψε τρία φοβερά πρωτότυπα «κλασσικά» θα έλεγα κομμάτια, που σε ταξιδεύουν στα συναισθήματα της Μαρίας και της Στέλλας, η Λένα Μηνά με τα κοστούμια αλλά και η βελούδινη φωνή στο τραγούδι που κλείνει την παράσταση, της επίσης ταλαντούχας και πιανίστας Αθηνάς Μπαρδάκου. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στο θέατρο Αλκμήνη, στην Ειρήνη και τον Μανώλη, για την εμπιστοσύνη τους σε μένα από την αρχή. Χωρίς την παραγωγή τους δεν θα είχα καταφέρει τίποτα.
- Η παράσταση παίζεται για 2ο χρόνο με μεγάλη προσέλευση και ένθερμη υποδοχή από το κοινό. Τι αίσθηση σας αφήνει μετά το τελευταίο χειροκρότημα;
Ακόμα και όταν τελειώσει η παράσταση και σταματήσει εντελώς το χειροκρότημα, ο κόσμος παραμένει στην αίθουσα, Υπάρχει η αφορμή της τρίτης πρωταγωνίστριας μιας υπέροχης τούρτας που μοιραζόμαστε με το κοινό πάντα, αλλά είναι και η αιτία του Ενοίκου που μας φέρνει κοντά (κοινό και ηθοποιούς) να μιλάμε, να μας αναλύουν που και γιατί δάκρυσαν, τι θυμήθηκαν, τι ανέσυραν από τα δικά τους βιώματα… Όλο αυτό είναι κάτι που το γευόμαστε με την Λίνα, και δεν ξέρω αν θα μας τύχει ξανά αυτό που συμβαίνει με τους θεατές του Ενοίκου.
- Φοβάστε τη μοναξιά; Τα χρόνια που περνούν;
Την μοναξιά όλοι την φοβόμαστε, αλλά δεν είναι στις πρώτες μου φοβίες. Νομίζω πως δεν θα μείνω ποτέ μόνη μου… Δεν το θέλω άρα δεν θα μείνω
- Το κείμενο αυτό είναι πράγματα που θέλατε να πείτε αλλά ποτέ δεν μπορέσατε; Είναι "τα πικρά της ζωής σας" ;
Τα πικρά της ζωής μου και ειδικά στα παιδικά μου χρόνια δεν έχουν καμιά σχέση με τα πικρά του Ενοίκου. Σίγουρα έχει σκληρά και πικρά λόγια ο Ένοικος. Τίποτα δεν είναι δίκαιο σε αυτή την ζωή. Ο κόσμος είναι σκληρός με τους άλλους. Απλά στην καθημερινότητα, μας παρηγορεί το «υπάρχουν και χειρότερα» και έρχεται το τρελό όνειρο ευθαρσώς να σου πει «υπάρχουν και καλύτερα»
- "....ο έρωτας είναι πλεονέκτης. Όλα ή τίποτα". Έχετε βιώσει έναν τέτοιον έρωτα;
Ο έρωτας είναι πλεονέκτης και αν δεν του δώσεις αλλά και να πάρεις αγάπη θα σε κατασπαράξει. Ναι είναι όλα ή τίποτα οι έρωτες που φαινομενικά τους θεωρείς μεγάλους.. Φυσικά και τον έχω βιώσει σε πολλές μορφές του Στο όλα ή τίποτα έβγαινα πάντα χαμένη. Στον έρωτα που πήρα και αγάπη εκεί έμεινα τελικά.
- Από το 2013 ξεκινήσατε να ανεβάζετε κείμενα μνημονικής κρίσης και γυναικείας τρέλας. Πως προέκυψε η ανάγκη για γράψιμο και πως γράψατε το πρώτο σας θεατρικό;
Πάντα έγραφα κείμενα, σε πολλές επιθεωρήσεις έβαζα το χεράκι μου και την πένα μου αφανώς μεν πληρωτέα δε, έγραφα ποιήματα (αυτό το έχω παιδιόθεν) ημερολόγια… και σενάρια έχω γράψει. Απλά όταν δουλεύεις 15 ώρες στα στούντιο και στα θέατρα και είσαι και στα νιάτα σου πάνω που θες να ξενυχτήσεις, να χορέψεις, να ερωτευθείς να «αλητέψεις» , δεν προλαβαίνεις να ξεμοναχιάσεις το μυαλό και την έμπνευση και να κάτσεις πάνω στις άδειες σελίδες να παιδευτείς… Γράφεις - γράφεις- γράφεις και τα έχεις εκεί να υπάρχουν. Έρχεται μετά μια κρισάρα, περνάς μια κατάθλιψη βλέπεις που έχεις ένα παιδί και λες γαμώ την τρέλα μου τι κάνω; Αρχίζεις ξανά να παλεύεις να αγωνίζεσαι και να καταπιάνεσαι με εκείνα που έχεις σκόρπια, στα συρτάρια σου, στις σημειώσεις σου, στο μυαλό σου, σε εκείνα τα μαγικά χαρτάκια που κάποτε έγραφες και παράταγες, λες και από μόνα τους θα πήγαιναν να θεατρινιστούν.
- Συμμετείχατε στην πρώτη σας παράσταση επαγγελματικά το 1988 στον θίασο του Κώστα Βουτσά. Τι θυμάστε από εκείνη την παράσταση και από τα πρώτα σας βήματα στον χώρο;
Τη μαγεία που ξαφνικά ήμουν με τον Κώστα Βουτσά τον Ντίνο Ηλιόπουλο, τον Γιάννη Δαλιανίδη, και τόσους άλλους σπουδαίους και μεγάλους… Ένα παιδί της επαρχίας που μέχρι χθες τους έβλεπε στην τηλεόραση να παίζει δίπλα τους… να μιλάει μαζί τους, να κάνει πρόβες, να βγαίνουν μετά την παράσταση για φαγητό. Όπως θα ένοιωθε ο καθένας που ξαφνικά βρίσκεται δίπλα στα ινδάλματα του. Μαγικά και με απέραντη ευγνωμοσύνη. Θεϊκό δώρο.
- Πόσο έχετε αλλάξει μέσα στο πέρασμα των χρόνων;
Πολύ. Καταρχήν εξωτερικά (εδώ γελάμε) αλλά αυτό είναι κάτι που καθόλου δεν με πειράζει. Τίποτα δεν γυρίζει πίσω, πολύ περισσότερο ο χρόνος. Νιώθω πολύ καλά, έχω μια υπέροχη κόρη 20 χρόνων, σπουδάζει στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, μεγάλη πιανίστα, μορφή και χαρακτήρας που την θαυμάζω και την καμαρώνω, έχω την οικογένεια μου, έχω τις παραστάσεις μου, τις φίλες μου και πάνω από όλα έχω κι εγώ και οι δικοί μου υγεία.
- Τι σας ευχαριστεί και τι σας στενοχωρεί στο θέατρο σήμερα;
Ότι έχει σχέση με το θέατρο αυτό καθαυτό, αποκλείεται να με στενοχωρεί. Με λυπεί πολύ το γεγονός πως οι πολιτικοί δεν τιμούν το θέατρο. Το θέατρο γεννήθηκε στην Ελλάδα, είναι μέρος και μάλιστα μεγάλο του Πολιτισμού μας, το θέατρο έτσι κι αλλιώς και σε όλη την υφήλιο προάγει και παράγει πολιτισμό, αλλά οι πολιτικοί δεν το έχουν σαν προτεραιότητα. Κάτι πήγε να κάνει η Μελίνα, ίσως να ήταν και η μόνη που είχε προτεραιότητα τον Πολιτισμό. Μείναμε με το όραμα.
- Αντέχει κα. Παντζέλη το θέατρο μέσα στην κρίση;
«Το θέατρο περνάει κρίση» Αυτό ακούω από παιδάκι Μια φταίει η τηλεόραση, μια ο κινηματογράφος, μια η βιντεοταινία, μια τα μπουζούκια, μια η κρίση,– Φταίει το ζαβό το ριζικό μας! – Φταίει ο Θεός που μας μισεί! – Φταίει το κεφάλι το κακό μας! – Φταίει πρώτ’ απ’ όλα το κρασί! Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Κανένα στόμα δεν το ’βρε και δεν το ’πε ακόμα. που λέει και ο Βάρναλης, μια το ένα μια το άλλο. Όχι Το θέατρο είναι εδώ. Και ποτέ δεν θα πεθάνει. Ακόμα και αν όλες οι τέχνες χαθούν αυτό θα υπάρχει και ξέρεις γιατί; Γιατί είναι μαγικό, άυλο και άπιαστο, είναι δυο ωρών μαγεία και κανείς ποτέ δεν νίκησε την μαγεία, κανείς δεν σκότωσε κάτι άπιαστο.
Του Περικλή Μπίκου, 05/04/19
Ένα ψυχογράφημα για την σχέση δύο αδελφών με έντονη συναισθηματική φόρτιση και κάποιες απαραίτητες κωμικές πινελιές. Μέσα σε μια νύχτα με αφορμή τα γενέθλια του ένοικού τους θα έρθουν στην επιφάνεια καταπιεσμένα γεγονότα του παρελθόντος, μύχιες σκέψεις που δεν τολμούσαν να ειπωθούν και προσωπικοί δαίμονες που τις καταδίωκαν για χρόνια. Το ξημέρωμα θα τις βρει τσακισμένες αλλά συμφιλιωμένες και πιο δυνατές για την καινούρια μέρα που ανατέλλει.
Η Άννα Παντζέλη μας μίλησε μεταξύ άλλων για τον ρόλο της, την συγγραφή, το θέατρο και θυμήθηκε στιγμές από το ξεκίνημά της καριέρας της σε μια πολύ γενναιόδωρη συζήτηση που είχαμε μαζί της.
-Υποδύεστε τη Μαρία στην παράσταση Ο ένοικος που έχετε γράψει αλλά και σκηνοθετήσει. Πόσο κοντά είστε στην Μαρία σαν χαρακτήρας;
Είναι κόντρα ρόλος κι αυτό είναι που με γοητεύει στην Μαρία. Παλεύω σαν Άννα να καταλάβω την Μαρία. Την εσωστρέφεια που έχει, το κόλλημα με το παρελθόν, με τον πρώτο της έρωτα, με τα παιδικά της βιώματα αλλά και με την σκληρότητα που δείχνει όταν κάποιος της τα κοροϊδέψει όλα αυτά. Είναι τραγικό πρόσωπο στην ζωή της αδερφής της αλλά και η ίδια βιώνει τον πόνο με μια ειρωνεία που πονάει στο τέλος ακόμα και την ίδια. Έχει μέσα της ένα σαράκι που την τρώει αργά και βασανιστικά
- Ποια είναι τα θετικά στοιχεία του να παίζεις σε μια παράσταση που είναι εξ ολοκλήρου δική σου;
Φαινομενικά όλα είναι θετικά. Επί της ουσίας όμως, είναι όλα εναντίον σου… πρέπει να αμφισβητήσεις ότι και όσα έγραψες, φράση - φράση να την αποδομήσεις και να την χτίσεις αποκλειστικά και μόνο σαν ρόλο, να κόψεις το δέσιμο με τις λέξεις που γέννησε το μυαλό σου σε μια άλλη χρονική στιγμή, τότε που έγραφες μέσα στα μοναχικά σου βράδια και πάλευες με τους ήρωές σου και να τα φανταστείς πια όλα σε σκηνές ατμοσφαιρικές και με τη ματιά του θεατή. Ο θεατής είναι εκείνος που θα μοιραστεί στην παράσταση ότι του δώσει ο ηθοποιός μέσα από το συγκεκριμένο κείμενο. Έπρεπε να απογαλακτιστώ από την συγγραφή και να δω καθαρά και μόνο την Μαρία, αυτός ήταν ο ρόλος μου.
- Είστε πρωταγωνίστρια, σκηνοθέτης και συγγραφέας της παράστασης. Με βάση τις παραπάνω ιδιότητες, ποια ήταν αυτή που σας δυσκόλεψε περισσότερο αλλά και πως ήταν να σκηνοθετείται τον εαυτό σας;
Έχω την ευτυχία να είμαι συμπρωταγωνίστρια με την Λίνα Μαρκάκη, να έχουμε τα μάτια μας η μια πάνω στην άλλη. Είχα εμπιστοσύνη στην Λίνα και στην θεατρική της ματιά και δραματουργικά άκουγε εκείνη εμένα κι εγώ αυτήν. Έτσι σκηνοθετήθηκε η παράσταση. Τώρα σαν γενική καλλιτεχνική ματιά στους συντελεστές και τα επιμέρους μιας σκηνοθεσίας, οκ εγώ ήμουν και είμαι υπεύθυνη για τους υπέροχους συνεργάτες που επέλεξα και με τίμησαν με αυτή τους την συνεργασία. Ήταν και είναι όλοι τους απέναντι στον Ένοικο, σαν να δούλεψαν και να πληρώθηκαν σε θέατρο τουBroadway Τους ευχαριστώ όλους και καθέναν ξεχωριστά. Τον Γιάννη Μυρσιώτη για την σκηνογραφία που αμέσως κατάλαβε όλο το κλίμα και τους χαρακτήρες του έργου που μαζί με τους υπέροχους φωτισμούς του Τάκη Μπαρδάκου, έδωσαν στον Ένοικο ακριβώς την ατμόσφαιρα που είχα φανταστεί, λες και ήταν στο μυαλό μου και στην γραφή μου. Ο Χρίστος Τσαπάρας, ένας νέος και ταλαντούχος συνθέτης που έγραψε τρία φοβερά πρωτότυπα «κλασσικά» θα έλεγα κομμάτια, που σε ταξιδεύουν στα συναισθήματα της Μαρίας και της Στέλλας, η Λένα Μηνά με τα κοστούμια αλλά και η βελούδινη φωνή στο τραγούδι που κλείνει την παράσταση, της επίσης ταλαντούχας και πιανίστας Αθηνάς Μπαρδάκου. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στο θέατρο Αλκμήνη, στην Ειρήνη και τον Μανώλη, για την εμπιστοσύνη τους σε μένα από την αρχή. Χωρίς την παραγωγή τους δεν θα είχα καταφέρει τίποτα.
- Η παράσταση παίζεται για 2ο χρόνο με μεγάλη προσέλευση και ένθερμη υποδοχή από το κοινό. Τι αίσθηση σας αφήνει μετά το τελευταίο χειροκρότημα;
Ακόμα και όταν τελειώσει η παράσταση και σταματήσει εντελώς το χειροκρότημα, ο κόσμος παραμένει στην αίθουσα, Υπάρχει η αφορμή της τρίτης πρωταγωνίστριας μιας υπέροχης τούρτας που μοιραζόμαστε με το κοινό πάντα, αλλά είναι και η αιτία του Ενοίκου που μας φέρνει κοντά (κοινό και ηθοποιούς) να μιλάμε, να μας αναλύουν που και γιατί δάκρυσαν, τι θυμήθηκαν, τι ανέσυραν από τα δικά τους βιώματα… Όλο αυτό είναι κάτι που το γευόμαστε με την Λίνα, και δεν ξέρω αν θα μας τύχει ξανά αυτό που συμβαίνει με τους θεατές του Ενοίκου.
- Φοβάστε τη μοναξιά; Τα χρόνια που περνούν;
Την μοναξιά όλοι την φοβόμαστε, αλλά δεν είναι στις πρώτες μου φοβίες. Νομίζω πως δεν θα μείνω ποτέ μόνη μου… Δεν το θέλω άρα δεν θα μείνω
- Το κείμενο αυτό είναι πράγματα που θέλατε να πείτε αλλά ποτέ δεν μπορέσατε; Είναι "τα πικρά της ζωής σας" ;
Τα πικρά της ζωής μου και ειδικά στα παιδικά μου χρόνια δεν έχουν καμιά σχέση με τα πικρά του Ενοίκου. Σίγουρα έχει σκληρά και πικρά λόγια ο Ένοικος. Τίποτα δεν είναι δίκαιο σε αυτή την ζωή. Ο κόσμος είναι σκληρός με τους άλλους. Απλά στην καθημερινότητα, μας παρηγορεί το «υπάρχουν και χειρότερα» και έρχεται το τρελό όνειρο ευθαρσώς να σου πει «υπάρχουν και καλύτερα»
- "....ο έρωτας είναι πλεονέκτης. Όλα ή τίποτα". Έχετε βιώσει έναν τέτοιον έρωτα;
Ο έρωτας είναι πλεονέκτης και αν δεν του δώσεις αλλά και να πάρεις αγάπη θα σε κατασπαράξει. Ναι είναι όλα ή τίποτα οι έρωτες που φαινομενικά τους θεωρείς μεγάλους.. Φυσικά και τον έχω βιώσει σε πολλές μορφές του Στο όλα ή τίποτα έβγαινα πάντα χαμένη. Στον έρωτα που πήρα και αγάπη εκεί έμεινα τελικά.
- Από το 2013 ξεκινήσατε να ανεβάζετε κείμενα μνημονικής κρίσης και γυναικείας τρέλας. Πως προέκυψε η ανάγκη για γράψιμο και πως γράψατε το πρώτο σας θεατρικό;
Πάντα έγραφα κείμενα, σε πολλές επιθεωρήσεις έβαζα το χεράκι μου και την πένα μου αφανώς μεν πληρωτέα δε, έγραφα ποιήματα (αυτό το έχω παιδιόθεν) ημερολόγια… και σενάρια έχω γράψει. Απλά όταν δουλεύεις 15 ώρες στα στούντιο και στα θέατρα και είσαι και στα νιάτα σου πάνω που θες να ξενυχτήσεις, να χορέψεις, να ερωτευθείς να «αλητέψεις» , δεν προλαβαίνεις να ξεμοναχιάσεις το μυαλό και την έμπνευση και να κάτσεις πάνω στις άδειες σελίδες να παιδευτείς… Γράφεις - γράφεις- γράφεις και τα έχεις εκεί να υπάρχουν. Έρχεται μετά μια κρισάρα, περνάς μια κατάθλιψη βλέπεις που έχεις ένα παιδί και λες γαμώ την τρέλα μου τι κάνω; Αρχίζεις ξανά να παλεύεις να αγωνίζεσαι και να καταπιάνεσαι με εκείνα που έχεις σκόρπια, στα συρτάρια σου, στις σημειώσεις σου, στο μυαλό σου, σε εκείνα τα μαγικά χαρτάκια που κάποτε έγραφες και παράταγες, λες και από μόνα τους θα πήγαιναν να θεατρινιστούν.
- Συμμετείχατε στην πρώτη σας παράσταση επαγγελματικά το 1988 στον θίασο του Κώστα Βουτσά. Τι θυμάστε από εκείνη την παράσταση και από τα πρώτα σας βήματα στον χώρο;
Τη μαγεία που ξαφνικά ήμουν με τον Κώστα Βουτσά τον Ντίνο Ηλιόπουλο, τον Γιάννη Δαλιανίδη, και τόσους άλλους σπουδαίους και μεγάλους… Ένα παιδί της επαρχίας που μέχρι χθες τους έβλεπε στην τηλεόραση να παίζει δίπλα τους… να μιλάει μαζί τους, να κάνει πρόβες, να βγαίνουν μετά την παράσταση για φαγητό. Όπως θα ένοιωθε ο καθένας που ξαφνικά βρίσκεται δίπλα στα ινδάλματα του. Μαγικά και με απέραντη ευγνωμοσύνη. Θεϊκό δώρο.
- Πόσο έχετε αλλάξει μέσα στο πέρασμα των χρόνων;
Πολύ. Καταρχήν εξωτερικά (εδώ γελάμε) αλλά αυτό είναι κάτι που καθόλου δεν με πειράζει. Τίποτα δεν γυρίζει πίσω, πολύ περισσότερο ο χρόνος. Νιώθω πολύ καλά, έχω μια υπέροχη κόρη 20 χρόνων, σπουδάζει στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, μεγάλη πιανίστα, μορφή και χαρακτήρας που την θαυμάζω και την καμαρώνω, έχω την οικογένεια μου, έχω τις παραστάσεις μου, τις φίλες μου και πάνω από όλα έχω κι εγώ και οι δικοί μου υγεία.
- Τι σας ευχαριστεί και τι σας στενοχωρεί στο θέατρο σήμερα;
Ότι έχει σχέση με το θέατρο αυτό καθαυτό, αποκλείεται να με στενοχωρεί. Με λυπεί πολύ το γεγονός πως οι πολιτικοί δεν τιμούν το θέατρο. Το θέατρο γεννήθηκε στην Ελλάδα, είναι μέρος και μάλιστα μεγάλο του Πολιτισμού μας, το θέατρο έτσι κι αλλιώς και σε όλη την υφήλιο προάγει και παράγει πολιτισμό, αλλά οι πολιτικοί δεν το έχουν σαν προτεραιότητα. Κάτι πήγε να κάνει η Μελίνα, ίσως να ήταν και η μόνη που είχε προτεραιότητα τον Πολιτισμό. Μείναμε με το όραμα.
- Αντέχει κα. Παντζέλη το θέατρο μέσα στην κρίση;
«Το θέατρο περνάει κρίση» Αυτό ακούω από παιδάκι Μια φταίει η τηλεόραση, μια ο κινηματογράφος, μια η βιντεοταινία, μια τα μπουζούκια, μια η κρίση,– Φταίει το ζαβό το ριζικό μας! – Φταίει ο Θεός που μας μισεί! – Φταίει το κεφάλι το κακό μας! – Φταίει πρώτ’ απ’ όλα το κρασί! Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Κανένα στόμα δεν το ’βρε και δεν το ’πε ακόμα. που λέει και ο Βάρναλης, μια το ένα μια το άλλο. Όχι Το θέατρο είναι εδώ. Και ποτέ δεν θα πεθάνει. Ακόμα και αν όλες οι τέχνες χαθούν αυτό θα υπάρχει και ξέρεις γιατί; Γιατί είναι μαγικό, άυλο και άπιαστο, είναι δυο ωρών μαγεία και κανείς ποτέ δεν νίκησε την μαγεία, κανείς δεν σκότωσε κάτι άπιαστο.
Του Περικλή Μπίκου, 05/04/19
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου