Το “Έγκλημα στο Cafe Noir”, έργο του βραβευμένου Αμερικανού σκηνοθέτη και σεναριογράφου David Landau, που παρουσιάζεται στο Θέατρο Άλφα.Ιδέα σε μετάφραση και σκηνοθεσία της Λίλλυς Μελεμέ, είναι μια σπαρταριστή κωμωδία - αφιέρωμα στις ταινίες noir της δεκαετίας του ‘40, η οποία παίζεται ανελλιπώς στις ΗΠΑ από το 1989 που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά.
Το Cafe Noir είναι ένα ξεχασμένο και παράνομο μπαρ σ’ ένα τροπικό νησί της Καραϊβικής, όπου το ρούμι κυλάει άφθονο στις φλέβες, και λίγοι συστήνονται με το πραγματικό τους όνομα. Σε αυτό το μπαρ, μπορεί κανείς να κρύψει το σκιώδες παρελθόν του, και να δημιουργήσει μια καινούργια ταυτότητα για τον εαυτό του, γιατί εδώ συμβαίνει το εξής παράδοξο: όλοι ξέρουν τα πάντα για όλους, αλλά κανείς δε ρωτάει κανέναν ποτέ και τίποτα. Όλοι είναι ένοχοι, αλλά κανείς δεν καταζητείται.
Όταν όμως ο ιδιοκτήτης του Cafe Noir, Αντρέ Γκαβρό, βρίσκεται νεκρός, τα πράγματα περιπλέκονται αρκετά, μιας και όλοι όσοι συχνάζουν στο Cafe Noir, βλέπε femme fatales, αγαπητικοί που ζητούν εκδίκηση, ιέρειες voodoo, μαυραγορίτες και δικηγόροι βουτηγμένοι μέσα στην παρανομία, κουβαλούν τις δικές τους σκοτεινές ιστορίες, και έχουν τους δικούς τους λόγους να θέλουν το θάνατο του Γκαβρό. Έτσι, το εύλογο ερώτημα “ποιος το έκανε;” μοιάζει να μην μπορεί να μείνει αναπάντητο ως άλλο ένα καλά αποσιωπημένο μυστικό του Cafe Noir. Ο Ρικ Άρτσερ, ένας φιλόδοξος ιδιωτικός ντετέκτιβ στα χνάρια του θρυλικού Bogart, καταφθάνει στο νησί κυνηγώντας μιας καταζητούμενη femme fatale, αλλά καλείται να λύσει παραπάνω από ένα μυστήρια.
Μέσα σε αυτό το ταυτόχρονα επικίνδυνο και ασφαλές για τους θαμώνες του περιβάλλον, ο ένας φόνος διαδέχεται τον άλλο, ενώ κρυμμένα μυστικά, πάθη και παρανομίες έρχονται στην επιφάνεια με ένα ρυθμό καταιγιστικό, και με τις νότες του πιάνου να συνοδεύουν ατμοσφαιρικά κάθε ανατροπή της πλοκής. Το “Έγκλημα στο Cafe-Noir”, από τη μία αποτίει φόρο τιμής στις ταινίες του Humphrey Bogart, και από την άλλη παρωδεί με έναν ευφάνταστο τρόπο όλα τα κλισέ του κλασικού film noir. Οι ήρωες κινούνται στο ημίφως, πότε σα χαρακτήρες βγαλμένοι από noir μυθιστόρημα, και πότε σα σκίτσα καρτούν από noir κόμικ, παραβιάζοντας έτσι το όριο μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, φλερτάροντας ασύστολα μεταξύ αληθινού ήρωα και καρικατούρας, ενώ το κοινό αποτελεί κομμάτι της εξέλιξης της ιστορίας, αφού καλείται να επιλέξει τι προτιμά: την απόκρυψη ενός μυστικού ή την αποκάλυψή του;
Τόσο η προσθήκη στο κείμενο στοιχείων δανεισμένων από τη δική μας κουλτούρα, βλέπε τον Ρικ «Σκέτο» Άρτσερ να κάνει ανάκριση ρωτώντας «Μήπως έχεις χαθεί μέσα σε δρόμους που καίνε;», και το Cafe Noir να μετατρέπεται περιστασιακά σε μπουζουξίδικο, με τον νομικό σύμβουλο να γίνεται αποδέκτης λουλουδοπόλεμου, όσο και η διαδραστικότητα της παράστασης που εμπλέκει άμεσα το θεατή στην ιστορία, ενισχύουν το συναίσθημα ότι πρόκειται για “το δικό σου το μπαρ”, όπου η συνενοχή σου αποτελεί βασική προϋπόθεση, και όπου το να δηλώνεις “αθώος” είναι, το λιγότερο, αδιάφορο. Συνολικά η επιλογή των τραγουδιών που διασκευάζονται για την παράσταση είναι ευρηματική, βάζοντας και βγάζοντας τον θαμώνα από το κλίμα της εποχής κατά βούληση, με την ίδια ευκολία που οι ηθοποιοί αλλάζουν ταυτότητα και ξεγλιστρούν από τον έναν ρόλο στον άλλο, βγαίνοντας από την μία πόρτα και μπαίνοντας από την άλλη. Όλοι οι ρόλοι είναι κομμένοι και ραμμένοι στα μέτρα της θεατρικής ομάδας, η οποία και ανταποκρίνεται επιτυχώς στο κάλεσμα να συγχωνεύσει το film noir με την κωμωδία, κρατώντας τις ισορροπίες όπου χρειάζεται.
Με τη συνοδεία ζωντανής μουσικής και τραγουδιού, το “Έγκλημα στο Cafe Noir” διηγείται την ιστορία ενός κοκτέιλ, κρατώντας το θαμώνα - θεατή συμμέτοχο και συνεργό στο γέλιο και στη λύση του μυστηρίου μέχρι το τέλος.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση θα βρείτε εδώ: http://quintatheater.blogspot.gr/2017/11/cafe-noir.html
Της Κατερίνας Σκουλίδα, 13/12/17
Το Cafe Noir είναι ένα ξεχασμένο και παράνομο μπαρ σ’ ένα τροπικό νησί της Καραϊβικής, όπου το ρούμι κυλάει άφθονο στις φλέβες, και λίγοι συστήνονται με το πραγματικό τους όνομα. Σε αυτό το μπαρ, μπορεί κανείς να κρύψει το σκιώδες παρελθόν του, και να δημιουργήσει μια καινούργια ταυτότητα για τον εαυτό του, γιατί εδώ συμβαίνει το εξής παράδοξο: όλοι ξέρουν τα πάντα για όλους, αλλά κανείς δε ρωτάει κανέναν ποτέ και τίποτα. Όλοι είναι ένοχοι, αλλά κανείς δεν καταζητείται.
Όταν όμως ο ιδιοκτήτης του Cafe Noir, Αντρέ Γκαβρό, βρίσκεται νεκρός, τα πράγματα περιπλέκονται αρκετά, μιας και όλοι όσοι συχνάζουν στο Cafe Noir, βλέπε femme fatales, αγαπητικοί που ζητούν εκδίκηση, ιέρειες voodoo, μαυραγορίτες και δικηγόροι βουτηγμένοι μέσα στην παρανομία, κουβαλούν τις δικές τους σκοτεινές ιστορίες, και έχουν τους δικούς τους λόγους να θέλουν το θάνατο του Γκαβρό. Έτσι, το εύλογο ερώτημα “ποιος το έκανε;” μοιάζει να μην μπορεί να μείνει αναπάντητο ως άλλο ένα καλά αποσιωπημένο μυστικό του Cafe Noir. Ο Ρικ Άρτσερ, ένας φιλόδοξος ιδιωτικός ντετέκτιβ στα χνάρια του θρυλικού Bogart, καταφθάνει στο νησί κυνηγώντας μιας καταζητούμενη femme fatale, αλλά καλείται να λύσει παραπάνω από ένα μυστήρια.
Μέσα σε αυτό το ταυτόχρονα επικίνδυνο και ασφαλές για τους θαμώνες του περιβάλλον, ο ένας φόνος διαδέχεται τον άλλο, ενώ κρυμμένα μυστικά, πάθη και παρανομίες έρχονται στην επιφάνεια με ένα ρυθμό καταιγιστικό, και με τις νότες του πιάνου να συνοδεύουν ατμοσφαιρικά κάθε ανατροπή της πλοκής. Το “Έγκλημα στο Cafe-Noir”, από τη μία αποτίει φόρο τιμής στις ταινίες του Humphrey Bogart, και από την άλλη παρωδεί με έναν ευφάνταστο τρόπο όλα τα κλισέ του κλασικού film noir. Οι ήρωες κινούνται στο ημίφως, πότε σα χαρακτήρες βγαλμένοι από noir μυθιστόρημα, και πότε σα σκίτσα καρτούν από noir κόμικ, παραβιάζοντας έτσι το όριο μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, φλερτάροντας ασύστολα μεταξύ αληθινού ήρωα και καρικατούρας, ενώ το κοινό αποτελεί κομμάτι της εξέλιξης της ιστορίας, αφού καλείται να επιλέξει τι προτιμά: την απόκρυψη ενός μυστικού ή την αποκάλυψή του;
Τόσο η προσθήκη στο κείμενο στοιχείων δανεισμένων από τη δική μας κουλτούρα, βλέπε τον Ρικ «Σκέτο» Άρτσερ να κάνει ανάκριση ρωτώντας «Μήπως έχεις χαθεί μέσα σε δρόμους που καίνε;», και το Cafe Noir να μετατρέπεται περιστασιακά σε μπουζουξίδικο, με τον νομικό σύμβουλο να γίνεται αποδέκτης λουλουδοπόλεμου, όσο και η διαδραστικότητα της παράστασης που εμπλέκει άμεσα το θεατή στην ιστορία, ενισχύουν το συναίσθημα ότι πρόκειται για “το δικό σου το μπαρ”, όπου η συνενοχή σου αποτελεί βασική προϋπόθεση, και όπου το να δηλώνεις “αθώος” είναι, το λιγότερο, αδιάφορο. Συνολικά η επιλογή των τραγουδιών που διασκευάζονται για την παράσταση είναι ευρηματική, βάζοντας και βγάζοντας τον θαμώνα από το κλίμα της εποχής κατά βούληση, με την ίδια ευκολία που οι ηθοποιοί αλλάζουν ταυτότητα και ξεγλιστρούν από τον έναν ρόλο στον άλλο, βγαίνοντας από την μία πόρτα και μπαίνοντας από την άλλη. Όλοι οι ρόλοι είναι κομμένοι και ραμμένοι στα μέτρα της θεατρικής ομάδας, η οποία και ανταποκρίνεται επιτυχώς στο κάλεσμα να συγχωνεύσει το film noir με την κωμωδία, κρατώντας τις ισορροπίες όπου χρειάζεται.
Με τη συνοδεία ζωντανής μουσικής και τραγουδιού, το “Έγκλημα στο Cafe Noir” διηγείται την ιστορία ενός κοκτέιλ, κρατώντας το θαμώνα - θεατή συμμέτοχο και συνεργό στο γέλιο και στη λύση του μυστηρίου μέχρι το τέλος.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση θα βρείτε εδώ: http://quintatheater.blogspot.gr/2017/11/cafe-noir.html
Της Κατερίνας Σκουλίδα, 13/12/17
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου