Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2019

Η Άποψή μας για την παράσταση “Μπάλαντι”, της Μαίης Σεβαστοπούλου στο Θέατρο “Τόπος Αλλού”.

Το Μάιο του 2017 είχα τη χαρά να παρακολουθήσω το “Μακτούμπ”, ένα βιωματικό μυθιστόρημα της Μαίης Σεβαστοπούλου δραματοποιημένο σ΄ένα έργο, που δεν άφησε κανέναν ασυγκίνητο.  Τότε, μου είχε αφήσει ένα μικρό κενό...  Έμεινα με μία γλυκιά προσδοκία...

Σήμερα, σχεδόν δυόμιση χρόνια μετά, η ίδια συγγραφέας-σκηνοθέτης μας χαρίζει ακόμη μεγαλύτερη συγκίνηση με τη νέα της παράσταση “Μπάλαντι”.

Οι τρεις αδελφές, εξοικειωμένες πια με τη συγκατοίκησή τους (που τόσο πολύ τις είχε αναστατώσει στο παρελθόν) ζουν ήρεμα την καθημερινότητά τους.  Γλαφυρές περιγραφές, νοερές περιηγήσεις, μνήμης αποτυπώματα.  Αστείες, θλιβερές, νωπές ή ξεθωριασμένες πια μνήμες.  Από την Αλεξάνδρεια του Ελληνισμού και του πολιτισμού.  Πριν οι αιματηρές εξεγέρσεις οδηγήσουν στο σκληρό κι εξαιρετικά δύσκολο αποχωρισμό των Ελλήνων Αιγυπτιωτών από την πόλη.

Ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής τους πέρασε μπροστά στα μάτια μας δημιουργώντας μας χαμόγελα, αλλά και ανατριχίλες.  Ο κοινός παρονομαστής για τις τρεις αδελφές, σ΄όλες τις συζητήσεις τους, είναι το επικείμενο ταξείδι στη γενέτειρά τους.  Μεταξύ επαναστάσεων και πολέμων, η άλλοτε πολύτιμη Αλεξάνδρεια των Ελλήνων (του Καβάφη, του Παρθένη και τόσων άλλων), δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί σταθμό και όνειρο και ελπίδα...

Ο χρόνος κυλά σχεδόν αδιάφορα, με τη Φανούλα μονίμως μέσα στο σπίτι, τη Ρίτα ν΄ αναπολεί τα μεγαλεία της Μασσαλίας και τη “μικρή” Σάσα να κάνει κρυφά όνειρα για το μέλλον της.  Την επιφανειακή άπνοια της ζωής τους δυναμιτίζει η ξαφνική επίσκεψη μιας αλλοπρόσαλης γυναίκας που – όπως διαφαίνεται – έχει σοβαρότατους λόγους...

Η Μαίη Σεβαστοπούλου, συγγραφέας, σκηνοθέτης, αλλά και ηθοποιός στην παράσταση, μας πέρασε ακριβώς αυτό που είχαμε κι εμείς στο μυαλό μας για τις παλιές Ελληνίδες Αιγιπτιώτισσες.  Λιτή, άμεση, ειλικρινής με τους θεατές, μας παρέδωσε απλόχερα τις δικές της αλήθειες.  Με χιούμορ και λεπτότητα, μας παρουσίασε τη δική της δυσλειτουργική οικογένεια, μέσα από τα μάτια της Ρίτας.  Η μεγαλύτερη αδελφή, σε μια μεγάλη καμπή της ζωής της, εκεί που το μυαλό αρχίζει να διαταράσσεται, προσπαθεί – και τα καταφέρνει – να ξεχάσει ότι την έχει στενοχωρήσει στο παρελθόν.  Η ψυχική της κούραση και η αναμφισβήτητη θλίψη της, έχουν επιφέρει τα γνωστά αποτελέσματα στην κρίση και τη λογική της κι έτσι το μόνο ενδιαφέρον της εστιάζεται στην προετοιμασία του ταξιδιού της, με χαρά και σχεδόν παιδική αφέλεια.  Η φιγούρα της κ. Σεβαστοπούλου ρέει με άνεση σε όλον το σκηνικό χώρο, με μία ιδιαίτερη κίνηση και ανάλαφρο πάτημα (γνώρισμα – φαντάζομαι – των ατελείωτων ωρών χορού).

Η κ. Μαρία – Μαριλένα Μακρή, ξανά ως Φανούλα.   Μας είχε εντυπωσιάσει εξαιρετικά ο απαιτητικός ρόλος της στο “Μακτούμπ”, που την υποχρέωνε διαρκώς σε προσωπικές υποκριτικές υπερβάσεις.  Εδώ η Φανούλα παρουσιάζεται πιο ισορροπημένη (με τη χρήση φαρμακευτικών ουσιών, φυσικά), χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι έχει ξεχάσει όσα τη βασάνιζαν και τη βασανίζουν.  Είναι πολύ δηκτική, καυστική (ακόμη και στα όρια του σαρκασμού), όποτε της δίνεται η ευκαιρία, για να μας θυμίζει ότι όλο αυτό ξεκίνησε ως μια (κατ-)αναγκαστική οικογενειακή συμβίωση.  Η κ. Μακρή γνωρίζει καλά το χαρακτήρα και την ψυχοσύνθεση της ηρωίδας της.  Χωρίς υπερβολές, έχει χτίσει με συναισθηματική ακρίβεια την φαινομενικά ατάραχη Φανούλα, όμως μας δείχνει διαρκώς – μ΄αυτές τις εκπληκτικές ψυχικές της μεταπτώσεις – ότι δεν έχει ξεπεράσει τη μεγάλη της απώλεια, δεν έχει προσπεράσει το θυμό της, απλώς η αδελφική αγάπη την έχει εμφανώς μαλακώσει.

Η κ. Μαίρη Χήναρη αγκάλιασε το ρόλο της γλυκιάς μικρής Σάσας, που παλεύει να κρατήσει την οικογένεια ενωμένη.  Η μόνη απολύτως λογική και η μόνη σε θέση να εργαστεί.  Προσπαθεί διαρκώς και ξεπερνά με αγάπη και χιούμορ τα μικροπροβλήματα που παρουσιάζονται.  Κι είναι η μόνη που αντιμετωπίζει τη ζωή με κάποια αισιοδοξία.  Ίσως η προσωπικές της μικρές επιδιώξεις της δίνουν αυτή την επίσης μικρή πολυτέλεια.  Παρ΄όλ΄αυτά, η κ. Χήναρη διατηρεί ακόμη στην καρδιά της τον ψυχικό πόνο του αποχωρισμού από την πατρίδα της παιδικότητάς της, καθώς κι όλα αυτά τα γλυκόπικρα συναισθήματα που τον συνοδεύουν.  Τα σκαμπανεβάσματα του τέλους την φέρνουν αντιμέτωπη με τη σκληρή πραγματικότητα.

Τέλος, η κ. Κλεοπάτρα Ροντήρη, στο ρόλο-“δυσάρεστη έκπληξη” της παράστασης.  Η κ. Ροντήρη εισβάλλει σα σίφουνας-Χρυσούλα στο σαλόνι της οικογένειας και τους αναστατώνει με την παρουσία της.  Γνωρίζει ότι είναι ο αδύναμος κρίκος της ιστορίας, αλλά πρέπει να διατηρήσει τη στοιχειώδη αξιοπρέπειά της και να διεκδικήσει με ευγένεια, πραότητα και περισσή καλοσύνη τα κεκτημένα της.  Η κ. Ροντήρη, ενταγμένη άριστα στο καστ, προσδίδει με τη γνωστή και γλυκιά φωνή και παρουσία της όλα αυτά τα στοιχεία που μας αρέσει να βλέπουμε σε τέτοιου είδους ηθογραφικές παραστάσεις, όπως ευπρέπεια, εγκαρδιότητα, καλλιέργεια και προπαντός ήθος.

Κι όλα αυτά, σ΄ένα καθημερινό αστικό καθιστικό, με λίγα έπιπλα εποχής και τη διακριτική μουσική της Ευανθίας Ρεμπούτσικα – αποσπασματικά – στο παλιό ραδιόφωνο.  Ειλικρινά, δε χρειαζόταν τίποτα παραπάνω.

Ε – ξαι – ρε – τι – κή  Παράσταση!!!  Κα Σεβαστοπούλου, σας ευχαριστούμε πολύ για το πολύ όμορφο και νοσταλγικό έργο σας!  Το ερώτημα όμως ακόμη παραμένει· θα τη “δούμε” τελικά την Αλεξάνδρεια;

Της Βικτώριας Πέππα 30/11/2019

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου