Δεν είδαμε ΠΟΤΕ τη φαλάκρα! Ούτε καν την τραγουδίστρια! Αναμενόμενο, όμως! Μιλάμε πάντα για Ευγένιο Ιονέσκο. Όλο το έργο είναι εντελώς αλληγορικό!
Γραμμένο το 1948, το πρώτο έργο του Ρουμάνου συγγραφέα που γράφτηκε απευθείας στα Γαλλικά (“La Cantatrice Chauve”), κατατάσσεται σ΄αυτήν την κατηγορία θεατρικών κειμένων, που ονομάζεται Θέατρο του Παραλόγου. Και αναμφισβήτητα ο Ιονέσκο θεωρείται παγκοσμίως βασικότατος εκπρόσωπός του. Έφυγε από τη ζωή στη δύση του 20ού αιώνα, έχοντας καταφέρει να εγκαθιδρύσει αυτό το νέο είδος και να αποσπάσει πανάξια – για την προσφορά του στην Τέχνη – δεκάδες βραβεία και μία θέση, ως μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας.
Σαφώς επηρεασμένο από την “παράλογη λογική”, τις συνέπειες και την απογοήτευση των δύο Παγκοσμίων Πολέμων, το ριζοσπαστικό και αντισυμβατικό καλλιτεχνικό αυτό ρεύμα, επιβάλλεται λογοτεχνικά, καθιερώνοντας μία νέα τάση – πάντα σε σχέση με τα κομφορμιστικά και συνηθισμένα ισχύοντα – περνώντας ένα μήνυμα αγωνίας, ματαιότητας και απαισιοδοξίας για το μέλλον της ανθρωπότητας. Με κύρια χαρακτηριστικά μια γενική ασάφεια, αοριστία κι αναντιστοιχία, όπου τίποτα δεν είναι ευκρινές, διαυγές και ξεκάθαρο, τόσο στο κείμενο όσο και στο μυαλό των θεατών, καταργεί τις παραδοσιακές δομές του θεάτρου, εξελίσσεται με ελάχιστη σκηνική δράση και οι χαρακτήρες του πασχίζουν απεγνωσμένα να πείσουν ότι με τη δική τους κινητικότητα κάτι πάει ν΄αλλάξει στη μονότονη, βαρετή και ανούσια ύπαρξή τους.
Εύστοχη η επιλογή όλων των συμμετεχόντων της ομάδας ΑΤΟΝΑΛ. Το ζεύγος Σμιθ (Φωτεινή Παπαχριστοπούλου και Μάριος Παναγιώτου) άνοιξαν την παράσταση, με εξαιρετικό τρόπο. Προσποιητή αβρότητα, επιτυχημένα λεκτικά αναμασήματα και γλωσσικά ηχητικά εφέ, μας έβαλαν απευθείας στο πνεύμα του συγγραφέα. Ο παραλογισμός συνεχίστηκε με το ζεύγος Μάρτιν (Μαρία Παρασύρη και Κωνσταντίνος Παπαθεοδώρου), όπου εύστοχα μας απέδειξαν την απόσταση και το κενό στη σχέση ενός παντρεμένου ζευγαριού. Δύο απομακρυσμένα – στην πραγματικότητα – ζευγάρια, που ενώ μιλούσαν ακατάπαυστα, δεν κατάφεραν ποτέ να συνεννοηθούν, αφού απλά δεν υπήρξε ποτέ η βάση ουσιαστικής επικοινωνίας.
Και η σάτιρα συνεχίστηκε με την παρουσία του Αρχηγού της Πυροσβεστικής (Κωνσταντίνος Μωραΐτης), ο οποίος μπήκε στη σκηνή φουλ εξοπλισμένος με τρομερή ενέργεια και... ιστορίες! Και τέλος, η Μαρία η υπηρέτρια (Σοφία Μαραθάκη), που ισχυρίζεται ότι είναι ο Σέρλοκ Χολμς, κάνει μια ύστατη προσπάθεια να ερμηνεύσει την πολύπλοκη σχέση των ζευγαριών. Και οι έξι ήταν εκπληκτικά άνετοι, υπενθυμίζοντάς μας διαρκώς ότι παρακολουθούμε υπερβατικό Ιονέσκο. Όλοι τους διατήρησαν το ρυθμό που απαιτείτο για το συγκεκριμένο έργο. Δεν το καπέλωσαν, αλλά το άφησαν εκλεπτισμένα να εξελιχθεί στη μαγεία του.
Πολύ θετική και φερέλπιδα προσπάθεια απ΄ όλους τους συντελεστές της παράστασης. Η σκηνοθέτης (και ηθοποιός) Σοφία Μαραθάκη μας μετέδωσε την παντελή έλλειψη πλοκής του έργου του Ιονέσκο, με όλα τα ανεξάντλητα υπαρξιακά και σουρεαλιστικά του στοιχεία, περνώντας το δικό της μήνυμα. Έφερε ένα νέο κι ενθουσιώδη τόνο στην επιτηδευμένη ψυχρή αναρχία του Ιονέσκο. Πως οι χαρακτήρες του ξοδεύουν τον άπλετο ελεύθερο χρόνο τους ανακυκλώνοντας πράγματα και καταστάσεις, χωρίς να έχουν κάτι ιδιαίτερο να αναμένουν. Κι αν κάτι στ΄αλήθεια περιμένουν, εμείς ως θεατές δεν είμαστε σίγουροι αν θα΄ρθει, πότε θα'ρθει κι αν στην πραγματικότητα επίκειτο να έρθει... Η Μαραθάκη τόνισε τη γλώσσα του Ιονέσκο, τις ανόητες έως βλακώδεις επαναλήψεις, που – κατά έναν περίεργο κι ανεξήγητο τρόπο – προκαλούν ξεκαρδιστικό γέλιο στο θεατή, με τον τέλειο σκηνοθετικό συγχρονισμό τους.
Λιτό αλλά συμβολικό το σκηνικό του Κωνσταντίνου Ζαμάνη! Λίγες παλιές πολυθρόνες (αλλά με τις πολύ British στόφες τους) στο υποτιθέμενο καθιστικό και τα συννεφάκια στο background, να μας υπενθυμίζουν το ανάλαφρο και αφελές (μεταφορικά πάντα) περιβάλλον, που υπερτονίζει ο συγγραφέας στο έργο του. Κατάλληλη η μουσική του Βασίλη Τζαβάρα (μαζί με τα κουδουνίσματα και τα ρολόγια που χτυπάνε “εκνευριστικά” ασταμάτητα) και τα φωτιστικά παιχνιδίσματα του Σάκη Μπιρμπίλη. Αυτά τα ελάχιστα όμως αντικείμενα επί σκηνής και τα κοστούμια (πάλι του Κωνσταντίνου Ζαμάνη), άφηναν διάχυτη μια αίσθηση συμμετρίας και ηρεμίας στο σκηνικό, αλλά και στους διαλόγους, που απάλυνε την ασφυκτική δυσφορία των νοημάτων του Ιονέσκο.
Δεν ανήκω στους ένθερμους θαυμαστές του έργου του Ιονέσκο. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν αναγνωρίζω και δεν τιμώ την συμβολή του στην εξέλιξη της παγκόσμιας θεατρικής τέχνης. Και μάλιστα όταν υπάρχουν φιλόδοξες και φιλότιμες παραγωγές, όπως αυτή η νέα προσπάθεια του Θεάτρου Τέχνης και της Θεατρικής Ομάδας ΑΤΟΝΑΛ. Αναμφίβολα αξίζει την προσοχή του κοινού.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στον παρακάτω σύνδεσμο: https://quintatheater.blogspot.com/2019/05/blog-post_87.html#more
Της Βικτώριας Πέππα, 31/5/19
Γραμμένο το 1948, το πρώτο έργο του Ρουμάνου συγγραφέα που γράφτηκε απευθείας στα Γαλλικά (“La Cantatrice Chauve”), κατατάσσεται σ΄αυτήν την κατηγορία θεατρικών κειμένων, που ονομάζεται Θέατρο του Παραλόγου. Και αναμφισβήτητα ο Ιονέσκο θεωρείται παγκοσμίως βασικότατος εκπρόσωπός του. Έφυγε από τη ζωή στη δύση του 20ού αιώνα, έχοντας καταφέρει να εγκαθιδρύσει αυτό το νέο είδος και να αποσπάσει πανάξια – για την προσφορά του στην Τέχνη – δεκάδες βραβεία και μία θέση, ως μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας.
Σαφώς επηρεασμένο από την “παράλογη λογική”, τις συνέπειες και την απογοήτευση των δύο Παγκοσμίων Πολέμων, το ριζοσπαστικό και αντισυμβατικό καλλιτεχνικό αυτό ρεύμα, επιβάλλεται λογοτεχνικά, καθιερώνοντας μία νέα τάση – πάντα σε σχέση με τα κομφορμιστικά και συνηθισμένα ισχύοντα – περνώντας ένα μήνυμα αγωνίας, ματαιότητας και απαισιοδοξίας για το μέλλον της ανθρωπότητας. Με κύρια χαρακτηριστικά μια γενική ασάφεια, αοριστία κι αναντιστοιχία, όπου τίποτα δεν είναι ευκρινές, διαυγές και ξεκάθαρο, τόσο στο κείμενο όσο και στο μυαλό των θεατών, καταργεί τις παραδοσιακές δομές του θεάτρου, εξελίσσεται με ελάχιστη σκηνική δράση και οι χαρακτήρες του πασχίζουν απεγνωσμένα να πείσουν ότι με τη δική τους κινητικότητα κάτι πάει ν΄αλλάξει στη μονότονη, βαρετή και ανούσια ύπαρξή τους.
Εύστοχη η επιλογή όλων των συμμετεχόντων της ομάδας ΑΤΟΝΑΛ. Το ζεύγος Σμιθ (Φωτεινή Παπαχριστοπούλου και Μάριος Παναγιώτου) άνοιξαν την παράσταση, με εξαιρετικό τρόπο. Προσποιητή αβρότητα, επιτυχημένα λεκτικά αναμασήματα και γλωσσικά ηχητικά εφέ, μας έβαλαν απευθείας στο πνεύμα του συγγραφέα. Ο παραλογισμός συνεχίστηκε με το ζεύγος Μάρτιν (Μαρία Παρασύρη και Κωνσταντίνος Παπαθεοδώρου), όπου εύστοχα μας απέδειξαν την απόσταση και το κενό στη σχέση ενός παντρεμένου ζευγαριού. Δύο απομακρυσμένα – στην πραγματικότητα – ζευγάρια, που ενώ μιλούσαν ακατάπαυστα, δεν κατάφεραν ποτέ να συνεννοηθούν, αφού απλά δεν υπήρξε ποτέ η βάση ουσιαστικής επικοινωνίας.
Πολύ θετική και φερέλπιδα προσπάθεια απ΄ όλους τους συντελεστές της παράστασης. Η σκηνοθέτης (και ηθοποιός) Σοφία Μαραθάκη μας μετέδωσε την παντελή έλλειψη πλοκής του έργου του Ιονέσκο, με όλα τα ανεξάντλητα υπαρξιακά και σουρεαλιστικά του στοιχεία, περνώντας το δικό της μήνυμα. Έφερε ένα νέο κι ενθουσιώδη τόνο στην επιτηδευμένη ψυχρή αναρχία του Ιονέσκο. Πως οι χαρακτήρες του ξοδεύουν τον άπλετο ελεύθερο χρόνο τους ανακυκλώνοντας πράγματα και καταστάσεις, χωρίς να έχουν κάτι ιδιαίτερο να αναμένουν. Κι αν κάτι στ΄αλήθεια περιμένουν, εμείς ως θεατές δεν είμαστε σίγουροι αν θα΄ρθει, πότε θα'ρθει κι αν στην πραγματικότητα επίκειτο να έρθει... Η Μαραθάκη τόνισε τη γλώσσα του Ιονέσκο, τις ανόητες έως βλακώδεις επαναλήψεις, που – κατά έναν περίεργο κι ανεξήγητο τρόπο – προκαλούν ξεκαρδιστικό γέλιο στο θεατή, με τον τέλειο σκηνοθετικό συγχρονισμό τους.
Λιτό αλλά συμβολικό το σκηνικό του Κωνσταντίνου Ζαμάνη! Λίγες παλιές πολυθρόνες (αλλά με τις πολύ British στόφες τους) στο υποτιθέμενο καθιστικό και τα συννεφάκια στο background, να μας υπενθυμίζουν το ανάλαφρο και αφελές (μεταφορικά πάντα) περιβάλλον, που υπερτονίζει ο συγγραφέας στο έργο του. Κατάλληλη η μουσική του Βασίλη Τζαβάρα (μαζί με τα κουδουνίσματα και τα ρολόγια που χτυπάνε “εκνευριστικά” ασταμάτητα) και τα φωτιστικά παιχνιδίσματα του Σάκη Μπιρμπίλη. Αυτά τα ελάχιστα όμως αντικείμενα επί σκηνής και τα κοστούμια (πάλι του Κωνσταντίνου Ζαμάνη), άφηναν διάχυτη μια αίσθηση συμμετρίας και ηρεμίας στο σκηνικό, αλλά και στους διαλόγους, που απάλυνε την ασφυκτική δυσφορία των νοημάτων του Ιονέσκο.
Δεν ανήκω στους ένθερμους θαυμαστές του έργου του Ιονέσκο. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν αναγνωρίζω και δεν τιμώ την συμβολή του στην εξέλιξη της παγκόσμιας θεατρικής τέχνης. Και μάλιστα όταν υπάρχουν φιλόδοξες και φιλότιμες παραγωγές, όπως αυτή η νέα προσπάθεια του Θεάτρου Τέχνης και της Θεατρικής Ομάδας ΑΤΟΝΑΛ. Αναμφίβολα αξίζει την προσοχή του κοινού.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στον παρακάτω σύνδεσμο: https://quintatheater.blogspot.com/2019/05/blog-post_87.html#more
Της Βικτώριας Πέππα, 31/5/19
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου