Το έργο: Ο Δημήτρης Ψαθάς το 1965 ήδη καταξιωμένος στην συγγραφή θεατρικών έργων και χρονογραφημάτων γράφει το έργο ‘’Ξύπνα Βασίλη’’. Ανέβηκε για πρώτη φορά από τον θίασο του Ντίνου Ηλιόπουλου στο θέατρο Γκλόρια με μεγάλη επιτυχία.
Ο Ψαθάς στο πρόγραμμα εκείνης της παράστασης γράφει:
«Τσούζουν τα θέματα των ιδεολογικών φανατισμών κι είναι δεμένα με τόσες τραγωδίες ώστε οι κωμωδιογράφοι τ’ αποφεύγουν [,,,]. Όμως αυτά απασχολούν ένα μεγάλο μέρος της ζωής μας, μας συγκλονίζουν, μας αναστατώνουν κι έχουν, μοιραία, και τις ιλαροτραγικές πλευρές τους, απ’ όπου μπορεί ο κωμωδιογράφος να επικοινωνήσει. Αυτό προσπάθησα να επιτύχω μπαίνοντας[…] σε μια περιοχή δυσπρόσιτη, γεμάτη παγίδες και κινδύνους. Ο πιο μεγάλος κίνδυνος είναι να χαρακτηριστεί η κωμωδία τούτη πολιτική, γραμμένη με ορισμένο στόχο για να εξυπηρετήσει ας πούμε ή να επικρίνει κάποια ιδεολογία. Δεν έχει κανένα τέτοιο σκοπό η κωμωδία. Ο συγγραφέας θέλησε να πάει πέρα απ’ τις ιδεολογίες, […] να γράψει μια κωμωδία της ζωής, ανθρώπινη, με όλο το δραματικό υπόστρωμα της». (Από το πρόγραμμα της παράστασης του Εθνικού Θεάτρου)
Τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 ήταν σύνηθες φαινόμενο οι μεγάλες επιτυχίες του θεάτρου να μεταφέρονται στον κινηματογράφο, έτσι το 1969 ο Γιάννης Δαλιανίδης έκανε το ‘’Ξύπνα Βασίλη’’ ταινία με τον Γιώργο Κωνσταντίνου, τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο κ.α. με μεγάλη επιτυχία. Φυσικά η ταινία είναι κλασική και πολλές γενιές την έχουν απολαύσει στην τηλεόραση.
Υπόθεση: Βρισκόμαστε στα γραφεία του εκδοτικού οίκου Φαρλάκου. Ο Βασίλης, συντηρητικών πολιτικών φρονημάτων, και ο Μάνος, προοδευτικών, συγκρούονται για τις συνθήκες εργασίας, αλλά και για το περιεχόμενο των βιβλίων που εκδίδονται. Σημείο αιχμής για την πνευματική διαμάχη, ο ποιητής Φανφάρας και η στρατευμένη συντηρητική ποίησή του. Πολύ γρήγορα, όμως, η τύχη τα φέρνει έτσι ώστε οι πολιτικές πεποιθήσεις των δύο συναδέλφων αλλάζουν και οι καταστάσεις που ακολουθούν δοκιμάζουν τους ήρωες. Ποιος από τους δύο θα καταφέρει να προσαρμοστεί στα ήθη και το πνεύμα της νέας εποχής; Όπως αναφέρει το site του Εθνικού θεάτρου.
Η παράσταση: Πριν ξεκινήσω τα της παράστασης θέλω να αναφέρω ότι πάντοτε θεατρικά έργα που έχουν γίνει ‘’σουξέ’’ μέσω του κινηματογράφου ανεβαίνουν στην θεατρική σκηνή, δεν είναι περσινή μόδα που συνεχίζεται και φέτος. Π.χ. το ‘’Ξύπνα Βασίλη’’ ανέβηκε την δεκαετία του ’90 από τον θίασο του Σπύρου Παπαδόπουλου. Βέβαια τις περισσότερες φορές βλέπουμε μια κακή φωτοτυπία της ταινίας, μιας και η πρόθεση του εκάστοτε θιάσου είναι να καρπωθεί την επιτυχία της ταινίας. Στο Εθνικό Θέατρο φέτος ο Άρης Μπινιάρης αποδέχτηκε την πρόκληση και ανέβασε το έργο του Ψαθά. Φυσικά ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης δεν θα σκεφτόταν καν (ευτυχώς) να κάνει μια απλή αντιγραφή της ταινίας, ήταν το μόνο σίγουρο ότι θα πήγαινε στην ουσία του έργου. Πιο πάνω διαβάσατε το σημείωμα του ίδιου του συγγραφέα για το έργο του, κρατήστε το μιας και η παράσταση είναι ακριβώς αυτό. Πολιτική αλλά καθόλου πολιτικοποιημένη. Κωμωδία αλλά με την τραγωδία να καραδοκεί στην γωνία.
Ο Μπινιάρης έστησε μια παράσταση σταθμό για το ελληνικό θέατρο. Προσωπικά τον ευχαριστώ από καρδιάς για αυτήν την εμπειρία. Πήρε ένα έργο που είναι και λαβωμένο από την κινηματογραφική του μεταφορά και με απόλυτο σεβασμό στον συγγραφέα αλλά και στους συντελεστές της ταινίας έφτιαξε μια παράσταση γρήγορη, με φρενήρη ρυθμό, που γελάς ασταμάτητα (ω ναι, ούτε εγώ το περίμενα) αλλά στο τέλος το δάκρυ ήδη έχει φύγει και όχι μόνο για τον Βασίλη αλλά και για εμάς, για την χώρα, τις ζωές μας, την ύπαρξη μας. Αλήθεια όλοι μας έχουμε δει τις ταινίες του ’50 και του ’60 και όλοι έχουμε δει αυτήν την καλογυαλισμένη εποχή του Φίνου. Όμως εκείνη η εποχή μόνο έτσι δεν ήταν κι αυτό ο Μπινιάρης δεν το άφησε ανεκμετάλλευτο… βλέπουμε ένα ωραίο πλάνο αλλά βλέπουμε πόσα κουσούρια έχουμε ως λαός, δεν είναι τυχαίο ότι επιμένει στο ρατσιστικό κομμάτι του νεοέλληνα, τις παθογένειες του τότε. Πολύ σοφά επέλεξε να βλέπουμε σε προβολή το μεγαλύτερο μέρος της παράστασης, με αυτόν τον τρόπο τράβηξε το μάτι του θεατή στην πολιτικοκοινωνική διάσταση του έργου και φυσικά η προβολή τελειώνει μαζί με τις ψευδαισθήσεις του ήρωα και του νεοέλληνα. Ο τοίχος πέφτει και ο Βασίλης ανακαλύπτει το προσωπείο των ανθρώπων του κι εμείς ανακαλύπτουμε το ψέμα του ‘’χρυσού ελληνικού κινηματογράφου’’ και το πραγματικό πρόσωπο του νεοέλληνα. Ο Μπινιάρης δεν υποτίμησε ούτε τον Ψαθά, ούτε τον Δαλιανίδη και είναι εμφανές.
Μαζί με την Θεοδώρα Καπράλου διασκεύασαν έξοχα το κείμενο. Το έργο του Ψαθά είναι, όχι μια παράσταση με αφορμή το ‘’Ξύπνα Βασίλη’’, απλώς έγινε πιο σύντομο, πιο γοργό και επικεντρώθηκε στην ουσία άλλωστε άλλος ρυθμός το 1965 και άλλος το 2019. Όλοι οι συντελεστές σε απόλυτη αρμονία με την σκηνοθεσία συντέλεσαν στο άρτιο αποτέλεσμα. Ιδιαίτερη μνεία στην μουσική του Φώτη Σιώτα, προβοκατόρικη σίγουρα αλλά έστειλε την παράσταση σε άλλη σφαίρα, άψογη. Με ρετρό ροκ διάθεση ανεβάζει θερμοκρασία και βάζει το κοινό κατευθείαν στον ρυθμό της παράστασης.
Ερμηνείες: Ο Μπινιάρης έβαλε μεγάλο βαθμό δυσκολίας στους ηθοποιούς του, συντονισμένοι άψογα, δουλεμένοι στην λεπτομέρεια μα πάνω απ’ όλα είναι εμφανές ότι είναι ομάδα. Ο Γιώργος Γάλλος στον βασικό ρόλο κρατάει πολύ σωστά την δραματικότητα του ήρωα, φτιάχνει έναν Βασίλη έρμαιο της εποχής, έναν πραγματικό επαναστάτη που απλώς εθελοτυφλεί, έναν αυθεντικό άνθρωπο που όταν ανακαλύπτει την αλήθεια των υπολοίπων είναι έτοιμος να αναχωρήσει. Έπαιξε στην κόψη του ξυραφιού, στην ρωγμή του ήρωα. Η Ελισάβετ Κωνσταντινίδου με την γνωστή πληθωρικότητα της, εδώ πιο λιτή από ποτέ γι αυτό και το κοινό γέλασε πραγματικά, ξέρει πολύ καλά τους κώδικες της κωμωδίας και με την βοήθεια της σκηνοθεσίας έδειξε πόσο σπουδαία ηθοποιός είναι. Η Ηρώ Μπέζου ήταν μια αποκάλυψη, μέτρο ρυθμός, ταμπεραμέντο. Ο Αινείας Τσαμάτης στην καλύτερη του στιγμή ενώ η Έλενα Τοπαλίδου ως Κα Φαρλάκου έκλεψε την παράσταση. Ο Στέφανος Πίττας στους δύο ρόλους του σε απόλυτη αρμονία με τον θίασο, σωστός, μετρημένος. Άφησα τον Γιώργο Παπαγεωργίου τελευταίο μιας και είχε το δυσκολότερο έργο. Σε όλους μας αλλά και στον ίδιο είναι ανεξίτηλη η ερμηνεία του Μιχαλακόπουλου ως Φαναφάρα κι όμως ο Παπαγεωργίου έκανε μια τελείως διαφορετική ερμηνεία, άγρια, γκροτέσκα, ένας ποιητής που τον φοβάσαι λίγο, ένας κενός δικτατορίσκος. Έφτιαξε έναν καρτουνίστικο χαρακτήρα αλλά με ψυχή. Συγχαρητήρια του αξίζουν. Είναι πασιφανές ότι η σκηνοθεσία οδήγησε πολύ σωστά τους ηθοποιούς στο γκροτέσκο αλλά εδώ είχε ψυχή και πολύ δουλειά.
Εν κατακλείδι: Μιλάμε για ένα αριστούργημα. Αυτή η παράσταση έφερε το ελληνικό θέατρο στο 2019 και είναι μια ουσιαστική, μοντέρνα παράσταση χωρίς καθόλου δήθεν όπως αγαπά το ελληνικό θέατρο. Δεν σας προτρέπω να πάτε, έπρεπε να είχατε πάει ήδη. Αν δεν το έχετε κάνει ήδη… δεν ξέρω αν θα βρείτε θέση μιας και είναι sold out. Μάλλον μιλάμε για την παράσταση της χρονιάς
Του Γιάννη Τζέμη, 16/1/19
Ο Ψαθάς στο πρόγραμμα εκείνης της παράστασης γράφει:
«Τσούζουν τα θέματα των ιδεολογικών φανατισμών κι είναι δεμένα με τόσες τραγωδίες ώστε οι κωμωδιογράφοι τ’ αποφεύγουν [,,,]. Όμως αυτά απασχολούν ένα μεγάλο μέρος της ζωής μας, μας συγκλονίζουν, μας αναστατώνουν κι έχουν, μοιραία, και τις ιλαροτραγικές πλευρές τους, απ’ όπου μπορεί ο κωμωδιογράφος να επικοινωνήσει. Αυτό προσπάθησα να επιτύχω μπαίνοντας[…] σε μια περιοχή δυσπρόσιτη, γεμάτη παγίδες και κινδύνους. Ο πιο μεγάλος κίνδυνος είναι να χαρακτηριστεί η κωμωδία τούτη πολιτική, γραμμένη με ορισμένο στόχο για να εξυπηρετήσει ας πούμε ή να επικρίνει κάποια ιδεολογία. Δεν έχει κανένα τέτοιο σκοπό η κωμωδία. Ο συγγραφέας θέλησε να πάει πέρα απ’ τις ιδεολογίες, […] να γράψει μια κωμωδία της ζωής, ανθρώπινη, με όλο το δραματικό υπόστρωμα της». (Από το πρόγραμμα της παράστασης του Εθνικού Θεάτρου)
Τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 ήταν σύνηθες φαινόμενο οι μεγάλες επιτυχίες του θεάτρου να μεταφέρονται στον κινηματογράφο, έτσι το 1969 ο Γιάννης Δαλιανίδης έκανε το ‘’Ξύπνα Βασίλη’’ ταινία με τον Γιώργο Κωνσταντίνου, τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο κ.α. με μεγάλη επιτυχία. Φυσικά η ταινία είναι κλασική και πολλές γενιές την έχουν απολαύσει στην τηλεόραση.
Υπόθεση: Βρισκόμαστε στα γραφεία του εκδοτικού οίκου Φαρλάκου. Ο Βασίλης, συντηρητικών πολιτικών φρονημάτων, και ο Μάνος, προοδευτικών, συγκρούονται για τις συνθήκες εργασίας, αλλά και για το περιεχόμενο των βιβλίων που εκδίδονται. Σημείο αιχμής για την πνευματική διαμάχη, ο ποιητής Φανφάρας και η στρατευμένη συντηρητική ποίησή του. Πολύ γρήγορα, όμως, η τύχη τα φέρνει έτσι ώστε οι πολιτικές πεποιθήσεις των δύο συναδέλφων αλλάζουν και οι καταστάσεις που ακολουθούν δοκιμάζουν τους ήρωες. Ποιος από τους δύο θα καταφέρει να προσαρμοστεί στα ήθη και το πνεύμα της νέας εποχής; Όπως αναφέρει το site του Εθνικού θεάτρου.
Η παράσταση: Πριν ξεκινήσω τα της παράστασης θέλω να αναφέρω ότι πάντοτε θεατρικά έργα που έχουν γίνει ‘’σουξέ’’ μέσω του κινηματογράφου ανεβαίνουν στην θεατρική σκηνή, δεν είναι περσινή μόδα που συνεχίζεται και φέτος. Π.χ. το ‘’Ξύπνα Βασίλη’’ ανέβηκε την δεκαετία του ’90 από τον θίασο του Σπύρου Παπαδόπουλου. Βέβαια τις περισσότερες φορές βλέπουμε μια κακή φωτοτυπία της ταινίας, μιας και η πρόθεση του εκάστοτε θιάσου είναι να καρπωθεί την επιτυχία της ταινίας. Στο Εθνικό Θέατρο φέτος ο Άρης Μπινιάρης αποδέχτηκε την πρόκληση και ανέβασε το έργο του Ψαθά. Φυσικά ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης δεν θα σκεφτόταν καν (ευτυχώς) να κάνει μια απλή αντιγραφή της ταινίας, ήταν το μόνο σίγουρο ότι θα πήγαινε στην ουσία του έργου. Πιο πάνω διαβάσατε το σημείωμα του ίδιου του συγγραφέα για το έργο του, κρατήστε το μιας και η παράσταση είναι ακριβώς αυτό. Πολιτική αλλά καθόλου πολιτικοποιημένη. Κωμωδία αλλά με την τραγωδία να καραδοκεί στην γωνία.
Ο Μπινιάρης έστησε μια παράσταση σταθμό για το ελληνικό θέατρο. Προσωπικά τον ευχαριστώ από καρδιάς για αυτήν την εμπειρία. Πήρε ένα έργο που είναι και λαβωμένο από την κινηματογραφική του μεταφορά και με απόλυτο σεβασμό στον συγγραφέα αλλά και στους συντελεστές της ταινίας έφτιαξε μια παράσταση γρήγορη, με φρενήρη ρυθμό, που γελάς ασταμάτητα (ω ναι, ούτε εγώ το περίμενα) αλλά στο τέλος το δάκρυ ήδη έχει φύγει και όχι μόνο για τον Βασίλη αλλά και για εμάς, για την χώρα, τις ζωές μας, την ύπαρξη μας. Αλήθεια όλοι μας έχουμε δει τις ταινίες του ’50 και του ’60 και όλοι έχουμε δει αυτήν την καλογυαλισμένη εποχή του Φίνου. Όμως εκείνη η εποχή μόνο έτσι δεν ήταν κι αυτό ο Μπινιάρης δεν το άφησε ανεκμετάλλευτο… βλέπουμε ένα ωραίο πλάνο αλλά βλέπουμε πόσα κουσούρια έχουμε ως λαός, δεν είναι τυχαίο ότι επιμένει στο ρατσιστικό κομμάτι του νεοέλληνα, τις παθογένειες του τότε. Πολύ σοφά επέλεξε να βλέπουμε σε προβολή το μεγαλύτερο μέρος της παράστασης, με αυτόν τον τρόπο τράβηξε το μάτι του θεατή στην πολιτικοκοινωνική διάσταση του έργου και φυσικά η προβολή τελειώνει μαζί με τις ψευδαισθήσεις του ήρωα και του νεοέλληνα. Ο τοίχος πέφτει και ο Βασίλης ανακαλύπτει το προσωπείο των ανθρώπων του κι εμείς ανακαλύπτουμε το ψέμα του ‘’χρυσού ελληνικού κινηματογράφου’’ και το πραγματικό πρόσωπο του νεοέλληνα. Ο Μπινιάρης δεν υποτίμησε ούτε τον Ψαθά, ούτε τον Δαλιανίδη και είναι εμφανές.
Μαζί με την Θεοδώρα Καπράλου διασκεύασαν έξοχα το κείμενο. Το έργο του Ψαθά είναι, όχι μια παράσταση με αφορμή το ‘’Ξύπνα Βασίλη’’, απλώς έγινε πιο σύντομο, πιο γοργό και επικεντρώθηκε στην ουσία άλλωστε άλλος ρυθμός το 1965 και άλλος το 2019. Όλοι οι συντελεστές σε απόλυτη αρμονία με την σκηνοθεσία συντέλεσαν στο άρτιο αποτέλεσμα. Ιδιαίτερη μνεία στην μουσική του Φώτη Σιώτα, προβοκατόρικη σίγουρα αλλά έστειλε την παράσταση σε άλλη σφαίρα, άψογη. Με ρετρό ροκ διάθεση ανεβάζει θερμοκρασία και βάζει το κοινό κατευθείαν στον ρυθμό της παράστασης.
Ερμηνείες: Ο Μπινιάρης έβαλε μεγάλο βαθμό δυσκολίας στους ηθοποιούς του, συντονισμένοι άψογα, δουλεμένοι στην λεπτομέρεια μα πάνω απ’ όλα είναι εμφανές ότι είναι ομάδα. Ο Γιώργος Γάλλος στον βασικό ρόλο κρατάει πολύ σωστά την δραματικότητα του ήρωα, φτιάχνει έναν Βασίλη έρμαιο της εποχής, έναν πραγματικό επαναστάτη που απλώς εθελοτυφλεί, έναν αυθεντικό άνθρωπο που όταν ανακαλύπτει την αλήθεια των υπολοίπων είναι έτοιμος να αναχωρήσει. Έπαιξε στην κόψη του ξυραφιού, στην ρωγμή του ήρωα. Η Ελισάβετ Κωνσταντινίδου με την γνωστή πληθωρικότητα της, εδώ πιο λιτή από ποτέ γι αυτό και το κοινό γέλασε πραγματικά, ξέρει πολύ καλά τους κώδικες της κωμωδίας και με την βοήθεια της σκηνοθεσίας έδειξε πόσο σπουδαία ηθοποιός είναι. Η Ηρώ Μπέζου ήταν μια αποκάλυψη, μέτρο ρυθμός, ταμπεραμέντο. Ο Αινείας Τσαμάτης στην καλύτερη του στιγμή ενώ η Έλενα Τοπαλίδου ως Κα Φαρλάκου έκλεψε την παράσταση. Ο Στέφανος Πίττας στους δύο ρόλους του σε απόλυτη αρμονία με τον θίασο, σωστός, μετρημένος. Άφησα τον Γιώργο Παπαγεωργίου τελευταίο μιας και είχε το δυσκολότερο έργο. Σε όλους μας αλλά και στον ίδιο είναι ανεξίτηλη η ερμηνεία του Μιχαλακόπουλου ως Φαναφάρα κι όμως ο Παπαγεωργίου έκανε μια τελείως διαφορετική ερμηνεία, άγρια, γκροτέσκα, ένας ποιητής που τον φοβάσαι λίγο, ένας κενός δικτατορίσκος. Έφτιαξε έναν καρτουνίστικο χαρακτήρα αλλά με ψυχή. Συγχαρητήρια του αξίζουν. Είναι πασιφανές ότι η σκηνοθεσία οδήγησε πολύ σωστά τους ηθοποιούς στο γκροτέσκο αλλά εδώ είχε ψυχή και πολύ δουλειά.
Εν κατακλείδι: Μιλάμε για ένα αριστούργημα. Αυτή η παράσταση έφερε το ελληνικό θέατρο στο 2019 και είναι μια ουσιαστική, μοντέρνα παράσταση χωρίς καθόλου δήθεν όπως αγαπά το ελληνικό θέατρο. Δεν σας προτρέπω να πάτε, έπρεπε να είχατε πάει ήδη. Αν δεν το έχετε κάνει ήδη… δεν ξέρω αν θα βρείτε θέση μιας και είναι sold out. Μάλλον μιλάμε για την παράσταση της χρονιάς
Του Γιάννη Τζέμη, 16/1/19
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου